- αγγελιόσημο
- τοτο ποσοστιαίο τέλος που επιβάλλεται με ειδικό ένσημο στο τίμημα κάθε διαφήμισης ή δημοσιεύματος που καταχωρίζεται «επί πληρωμή» στον ημερήσιο ή περιοδικό τύπο, καθώς και σε κάθε διαφήμιση που γίνεται από το ραδιοτηλεοπτικό δίκτυο.
Dictionary of Greek. 2013.